-
1 бюро
бюро с в разн. знач. το γραφείο политическое \бюро το πολιτικό γραφείο' \бюро добрых услуг, — обслуживания το γραφείο εξυπηρέτησης туристическое \бюроτο τουριστικό γραφείο; \бюро погоды η μετεωρολογική υπηρεσία; справочное \бюроτο γραφείο, πληροφοριών; \бюроремонта η υπηρεσία επιδιόρθωσης; \бюро находок το γρα φείο χαμένων αντικειμένων* * *в разн. знач.το γραφείοполити́ческое бюро́ — το πολιτικό γραφείο
бюро́ до́брых услу́г, бюро́ обслу́живания, — το γραφείο εξυπηρέτησης
туристи́ческое бюро́ — το τουριστικό γραφείο
бюро́ пого́ды — η μετεωρολογική υπηρεσία
спра́вочное бюро́ — το γραφείο πληροφοριών
бюро́ ремо́нта — η υπηρεσία επιδιόρθωσης
бюро́ нахо́док — το γραφείο χαμένων αντικειμένων
-
2 обслуживание
обслуживание с η εξυπηρέτηση· \обслуживание покупателей η εξυπηρέτηση των πελατών бюро \обслуживаниея το γραφείο εξυπηρέτησης* * *сη εξυπηρέτησηобслу́живание покупа́телей — η εξυπηρέτηση των πελατών
бюро́ обслу́живания — το γραφείο εξυπηρέτησης
-
3 услуга
-и θ.1. εξυπηρέτηση, εκδούλευση•услуга оказать -у παρέχω (προσφέρω) εξυπηρέτηση, εξυπηρετώ•
дружеская услуга φιλική εξυπηρέτηση•
услуга благодарю вас за вашу -у σας ευχαριστώ για την εξυπηρέτηση σας.
2. πλθ. услугаи υπηρεσίες, εξυπηρέτησε ις.3. αθρσ. παλ. το υπηρετικό προσωπικό.εκφρ.к вашим -ам – στη διάθεση σας•к его -ам – στη διάθεση,του•бюро добрых -уг – γραφείο εξυπηρέτησης•комната с -ими – δωμάτιο με όλα τα απαραίτητα.
См. также в других словарях:
πολιτικός — ή, ό / πολιτικός, ή, όν, ΝΜΑ [πολίτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή αρμόζει στον πολίτη (α. «πολιτικά δικαιώματα» τα δικαιώματα που συνίστανται στη συμμετοχή τού πολίτη στην άσκηση τής κρατικής εξουσίας και τα οποία είναι: το δικαίωμα τού… … Dictionary of Greek